ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΣ ΝΕΑΣ ΚΟΥΤΑΛΗΣ (ΔΙΑΠΟΡΙΟΥ)
Στην Λήμνο υπάρχουν οικοσυστήματα, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Περιλαμβάνουν βιότοπους όπως φρυγανότοπους, απολιθωμένα δάση, γεωργικές εκτάσεις, υγροβιότοπους. Στον Δήμο Νέας Κούταλης ιδιαίτερης σημασίας είναι ο υγροβιότοπος του Διαπορίου έκτασης περίπου 500 στρεμμάτων, που βρίσκεται στα Ν. Δ. του νησιού στο βάθος του όρμου Κοντιά και εντός των διοικητικών ορίων του Δ. Δ. Κοντιά.
Το εκτός θαλάσσης τμήμα του είναι βαλτώδες με τη χαρακτηριστική χλωρίδα των λιμναίων βιοτόπων (βούρλα) και με μικρά τμήματα στερεού περιφερειακά. Το προς τη θάλασσα τμήμα κατακλύζεται το χειμώνα από θαλασσινό νερό. Παρουσιάζει αξιόλογη ορνιθοπανίδα και πλούσια εντομοπανίδα λόγω του βαλτώδους χαρακτήρα του βιοτόπου. Η ορνιθοπανίδα περιλαμβάνει γλάρους, αγριόπαπιες, κύκνους και φλαμίγγο. Περιβάλλεται από γεωργικές εκτάσεις. Καταλήγει σε εκτεταμένη αμμώδη παραλία, με βαθιά νερά κοντά σε ένα μικρό λιμανάκι.
ΛΙΜΝΕΣ ΑΛΥΚΗ ΚΑΙ ΧΟΡΤΑΡΟΛΙΜΝΗ
Οι λίμνες Αλυκή και Χορταρολίμνη βρίσκονται στην ανατολική πλευρά της νήσου Λήμνου, κατά μήκος της παράκτιας ζώνης και σε κοντινή μεταξύ τους απόσταση. Η επιφάνεια των δύο λιμνών είναι 600 και 230 ha, αντίστοιχα. Ανάμεσά τους υπάρχει μία μικρότερη λίμνη (η Ασπρολίμνη, με έκταση περίπου 42 ha).
Η πρόσβαση στην περιοχή των λιμνών γίνεται από χωματόδρομο, μέσω της πλησιέστερης ασφαλτόστρωτης επαρχιακής οδού που συνδέει τις κοινότητες Ρουσσοπουλίου, Ρωμανού, Καλλιόπης και Κοντοπουλίου με το οικιστικό κέντρο της κοινότητας Μούδρου.
Η πρόσβαση στον υγρότοπο είναι δύσκολη κατά την περίοδο των βροχοπτώσεων. Η Αλυκή καλύπτεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους με θαλασσινό νερό, σε αντίθεση με τη Χορταρολίμνη η οποία στερείται νερού κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους. Όταν δεν υπάρχει νερό, τόσο η Αλυκή όσο και η Χορταρολίμνη σχηματίζουν ένα εκτεταμένο αλίπεδο του οποίου τα κράσπεδα, που βρίσκονται προς τη θάλασσα, είναι γυμνά από
βλάστηση εξαιτίας των ισχυρότατων ανέμων που πνέουν στην περιοχή.
Στην περιοχή του αλίπεδου κυριαρχεί η αλοφυτική βλάστηση με αρμυρίθρες (είδη Salicornia και Arthrocnemum) και αρμυρίκια (είδη Tamarix), ενώ ενδιάμεσα, σε εκτεταμένες κατά θέσεις περιοχές, αναπτύσσονται μονοετή αγρωστώδη φυτά.
Στην εξωτερική ζώνη των κρασπέδων συναντώνται βούρλα (Juncus sp.), ρείκια (Erica sp.), φρύγανα με λαδανιές (Cistus sp.), αστοιβή (Sarcopoterium spinosum) και γαλαστοιβή (Euphorbia sp.). Γενικότερα στην περιοχή κυριαρχεί η χαμηλή βλάστηση. Στην ευρύτερη ζώνη μεμονωμένοι είναι οι θύλακες με ελιές (Olea europaea), λυγαριές (Vitex agnus-castus), τζιτζιφιές (Elaeagnus angustifolia), συκιές (Ficus carica) και βελανιδιές (Quercus macrolepis).
Υπάρχουν επίσης περιοχές με μωσαϊκού τύπου βλάστηση από νεροκάλαμα (Phragmites australis) και καλάμια (Arundo donax). Θα πρέπει να αναφερθεί η απουσία ειδών Limonium και η παρουσία αντίστοιχα ειδών Tamarix και Erica.
Από τα μέχρι στιγμής περιορισμένα δεδομένα προκύπτει ότι η Αλυκή και η
Χορταρολίμνη συντηρούν αρκετά μεγάλο αριθμό από σπάνια και απειλούμενα είδη που προστατεύονται από διεθνείς συμβάσεις ή από την ελληνική νομοθεσία.
Η γεωγραφική θέση της περιοχής είναι μεγάλης σπουδαιότητας για αρκετά μεταναστευτικά πτηνά που τη χρησιμοποιούν ως ενδιάμεσο σταθμό ανάπαυσης.
Η πανίδα εμπλουτίζεται με σημαντικά είδη ασπόνδυλων. Τα παραπάνω αποδεικνύουν τη μεγάλη επιστημονική αξία της περιοχής που μπορεί επιπλέον να χρησιμοποιηθεί για εκπαιδευτικούς και ερευνητικούς σκοπούς.